Σελίδες

Πέμπτη 9 Νοεμβρίου 2017

Αντάρτικο 2


Πρόκειται για τον ποιητικό διάλογο δύο συγγραφέων του Δημήτρη Γκιούλου και του Κωνσταντίνου Παπαπρίλη Πανάτσα. Το βιβλίο περιλαμβάνει συνολικά οκτώ διαλόγους, θεματικές ενότητες μιας κουβέντας, που με όπλο την κρυπτική γλώσσα της ποίησης προσπαθεί να αποκρυπτογραφήσει το παρόν. Ο Δημήτρης Γκιούλος κατάγεται από την Άμφισσα και περισσότερα για την συγγραφική του δουλειά μπορείτε να διαβάσετε ΕΔΩ.


Αντάρτικο στο μικροαστισμό και στην υποκρισία

Του Δήμου Χλωπτσιούδη

Η αναρχική ποίηση από την εποχή του Τόλη Νικηφόρου και της Κατερίνας Γώγου, τους επιφανέστερους εκφραστές της, έχει αλλάξει σημαντικά μέσα στις δεκαετίες και έχει κυλήσει αρκετό νερό στους χείμαρρους των πολιτικών μηνυμάτων και των συναισθημάτων. Αν και τα χαρακτηριστικά του πεζοδρομίου και των συγκρούσεων δεν έχουν εξαλειφθεί, καθώς αποτελούν εγγενή στοιχεία της αντιεξουσιαστικής προσέγγισης, εντούτοις αυτά σήμερα πια ενσωματώνονται σε ένα συναισθηματικό πρίσμα και το μαχητικό στοιχείο αποκτά και συμβολική διάσταση.
Σε ένα τέτοιο κλίμα σύγκρουσης, ειρωνείας και πολιτικής αντίδρασης εντάσσεται και η νέα ποιητική συλλογή των Δημήτρη Γκιούλου & Κωνσταντίνου Παπαπρίλη-Πανάτσα, «αντάρτικο2» (κουρσάλ, 2016). Άλλωστε, όπως αναπροσδιορίζεται ο Γκιούλος αντί να γίνει αστροναύτης έμεινε να κυνηγά τις ουτοπίες του στη γη, ενώ Παπαπρίλης-Πανάτσας παρουσιάζεται ως κυνηγός παραμυθιών που τώρα πια τα γδέρνει.
Πρόκειται για μία ποιητική παρωδία που τόσο καίρια πληγώνει το φίλαυτο μικροαστισμό της ψευδούς ασφάλειας και σιγουριάς, καθώς εμπλέκεται με ήπιες υπερρεαλιστικές ροές που εκτοξεύονται από τα βάθη της αγανάκτησης για την εκούσια υποτέλεια. Η συνειρμική κίνηση σε συνδυασμό με την -αποφθεγματικού τύπου- στιχουργική λειτουργεί ως ηφαίστειο που βυθίζει κάθε ποιητική και ασφάλεια. Η δηκτική ειρωνεία της συλλογής πυρπολεί τις μικροαστικές αντιλήψεις για τα όνειρα και το κυνήγι της ζωής. Οι λέξεις σαν μολότοφ καίνε την υποκρισία με την οποία περιβάλλουμε τον εαυτό μας μέσα σε μία κοινωνία που βρωμίζει από τη σαπίλα. Μα τελικά εμείς οι ίδιοι είμαστε τα βακτήρια της κοινωνικής γάγγραινας, με όνειρα αόρατα που ζωγραφίσαμε στους τοίχους της φυλακής μας και τελικά ποτέ δεν κυνηγήσαμε (1).
Πλούσιες μεταφορές σε μία πρωτότυπη ήπια σουρεαλιστική εικαστική εκτοξεύουν το συναίσθημα και κεντρίζουν μία στοχαστική διάθεση. Η εικόνα και οι αισθήσεις μέσα στο σκηνικό περιβάλλον γίνονται σκέψεις και -ίσως- αυτοκριτική του κοινού. Αυτός ακριβώς είναι και ο επικίνδυνος για κάθε σύστημα ρόλος της τέχνης και της ποίησης. Μόλο που η επανάληψη αποτελεί πια μία ποιητική κοινοτοπία, τούτη διαθλάται στο αντιθετικό πρωτοπληθυντικό πρίσμα, υποτασσόμενη στο υπερρεαλιστικό αφηγηματικό χείμαρρο καθώς το ερωτικό συμπλέκεται με το επαναστατικό (4, 5). Τα προσφυγικά κύματα σκοντάφτουν στη λάσπη του ματωμένου ουρανού πλάι στο λανθάνον ερωτικό συναίσθημα των δημιουργών.
Με αβίαστο τρόπο μέσα στη συνειρμική ροή, η λαϊκή δημοτική παράδοση (6), η αρχαιοελληνική (7, 5) και τα παραμύθια (7) συμπλέκονται με τον έρωτα και την κοινωνική αναζήτηση.
Και είναι αναγκαίο να δούμε και τη σκηνική διάσταση των ποιητικών συνθέσεων. Όλα τα ποιήματα -δομημένα πάνω στο δεύτερο πρόσωπο- απευθύνονται σαν ποιητικές προκηρύξεις και σαν συνθήματα απευθείας στην καρδιά του ακροατή/αναγνώστη. Γιατί το δευτεροπρόσωπο αντικείμενο ως αποδέκτης είναι πάντα το ίδιο το κοινό, παρά τη διπολική κλητική επίκληση σε κάποιο αντικείμενο του έρωτα. Μα τούτο, ακριβώς, διαμορφώνει ένα πολυποίκιλο ποιητικό αντικείμενο με αλληγορικά ή ερωτικά και ειρωνικά χαρακτηριστικά.
Και τούτο εκφράζεται τόσο με τη γενικότητα του β΄ ενικού γραμματικού προσώπου όσο και με τις μόνο λογικές εναλλαγές των πρώτων προσώπων (το συλλογικό εμείς και το αυτοαναφορικό εγώ). Έτσι όμως δημιουργείται και μία μορφή διακειμενικού διαλόγου τόσο στο εσωτερικό των συνθέσεων όσο και σαν διαδραστική θεατρικότητα προς το κοινό. Και η σκηνικότητα αυτή επικουρείται συχνά από διαλογικά σημεία (7) ή ευθείες ερωτήσεις προς το ακροατήριο (1, 2).
Ποίηση γεμάτη οργή καίει τις αγανακτισμένες συνειδήσεις που πολεμούν με οδηγό την ουτοπία για να ανατρέψουν τις ήττες του παρόντος και του παρελθόντος (8) οιονεί αναρχοποιητικής προκήρυξης. Στον σουρεαλιστικό ιστό που στήνουν οι δύο ποιητές πάνω σε ένα πεζολογικό ύφος με συνδέσεις συνειρμικές, η φωτιά διατηρεί μέσα στην επαναστατικότητά της μία εσχατολογική διάσταση κάθαρσης και εξαγνισμού.


Δεν υπάρχουν σχόλια: